(απαραίτητο για την ψηφοφορία των ταινιών)
(απαραίτητο για το σχολιασμό των ταινιών)

Στατιστικά

  • Σύνολο μελών: 6617

Τυχαίες ταινίες

Ηλίας Δημητρίου

Prive

Έτος:
1996
Προβολή της ταινίας

Μοναστηράκι

Κείμενο της Ελένης Σπανοπούλου για το "Μοναστηράκι"

ΠΕΜΠΤΗ 12 Αυγούστου 1976

«Μοναστηράκι»

Μια ταινία για το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης

ΟΙ ΕΛΛΗΝΙΔΕΣ κατακτούν και το χώρο του ελληνικού κινηματογράφου, περιοχή… ανδροκρατούμενη μέχρι πριν από λίγα χρόνια. Μετά την Μαρκετάκη, την Κουρκουλάκου, την Βουδούρη και άλλες λιγότερο γνωστές ή όχι, φέτος το καλοκαίρι κάνουν την πρώτη τους εμφάνιση κι άλλες γυναίκες στο χώρο της σκηνοθεσίας.
Απ’ό,τι μαθαίνουμε η συμμετοχή των γυναικών στο φετινό φεστιβάλ Θεσσαλονίκης – και στον τομέα της μικρού μήκους ταινίας – είναι πολύ μεγαλύτερη από εκείνη των ανδρών. Σύντομα θάχουμε την ευκαιρία να μιλήσουμε μαζί τους από τη σελίδα αυτή σχετικά με τα προβλήματά τους στο χώρο, τις προοπτικές τους και τη θέση τους απέναντι στο ελληνικό σινεμά όπως υπάρχει και λειτουργεί στις μέρες μας.

ΑΝΑΜΕΣΑ στις νέες σκηνοθέτιδες που θα συμμετάσχουν στο φετινό φεστιβάλ της Θεσσαλονίκης κάνοντας έτσι και την πρώτη της ουσιαστική εμφάνιση στο χώρο του ελληνικού κινηματογράφου είναι η Γκαίη Αγγελή.

Τελειόφοιτος ακόμη της Σχολής Σταυράκου και απόφοιτος Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης η Αγγελή έχει ήδη δουλέψει σαν βοηθός σκηνοθέτη στην ταινία του Θανάση Ρεντζή «Βιογραφία».

Μέχρι σήμερα η ίδια έχει εργαστεί πάνω σε δύο ντοκυμανταίρ μικρού μήκους στα 8 μ.μ. με θέμα το ένα την προ των τελευταίων εκλογών περίοδο και την καθημερινή ζωή μιας μεσοαστής Ελληνίδας, το άλλο.

ΣΤΟ φετινό φεστιβάλ η Αγγελή θα συμμετάσχει με την μικρού μήκους ταινία της, στα 35 μ.μ., το «Μοναστηράκι».

«Το Μοναστηράκι» μας λέει η ίδια «είναι βασικά ένας κοινωνικός χώρος. Ο κόσμος που το επισκέπτεται είναι αντιφατικός. Θέμα της ταινίας είναι οι εμπειρίες κάποιου επισκέπτη στο σημερινό Μοναστηράκι».

- Εννοείς κάποιου που έρχεται σε πρώτη επαφή με το χώρο αυτό;
- «Όχι, το υλικό μου είναι βασισμένο πάνω στις εντυπώσεις που αφήνει το σημερινό Μοναστηράκι σε κάποιον που το βλέπει ξανά και ξανά.
Είτε το επισκέπτεται για ν’αγοράσει τα ρούχα του είτε για να βρει και να διαλέξει κάποιο παλιό έπιπλο για το αστικό σπίτι του.»

- Με βάση αυτό χαρακτήρισες προηγούμενα αντιφατικό τον κόσμο που το επισκέπτεται;
- «Και μ’αυτό. Σου είπα πως το Μοναστηράκι είναι βασικά χώρος κοινωνικός».
-  Αυτή η αντιφατικότητα ήταν για σένα το ερέθισμα στο ξεκίνημα της ταινίας σου;
- «Ναι. Και ακόμα αυτή η παράξενη εντύπωση που υπάρχει διάχυτη στο χώρο αυτό. Εννοώ την συνύπαρξη ετερόκλητων αντικειμένων που φαίνεται ταιριαχτή μέσα στο Μοναστηράκι και που εδώ απ’αυτό θα έμοιαζε παράλογη».
- Αυτή η πραγματικότητα διαγράφεται στην ταινία;
- «Ελπίζω ναι, μαζί με την αίσθηση που μεταδίνει με στοιχεία από Μπελ επόκ μέχρι νεορεαλιστικά».
- Τι είναι αυτό που βασικά χαρακτηρίζει το Μοναστηράκι;
- «Πιστεύω το γεγονός πως υπάρχει σήμερα σαν μια πραγματικότητα «δεμένη» όμως μ’όλα τα στοιχεία του χθες.

ΣΤΗΝ ταινία της που η ίδια χαρακτηρίζει σαν ένα ιδιότυπο ιμπρεσσιονιστικό λυρικό ντοκυμαντέρ η Γκαίη Αγγελή χρησιμοποιεί ζωντανές λήψεις και φωτογραφικό υλικό που εναλλάσσεται όμως με γρήγορο ρυθμό δίνοντας την εντύπωση της κίνησης.

Η εικόνα όμως και ο ήχος είναι διαχρονική. Στη μουσική ιδιαίτερα της ταινίας καλύπτεται μία γκάμα από παλιά ρεμπέτικα μέχρι αποσπάσματα από οπερέτες και αστικά τραγουδάκια των τελευταίων 50 χρόνων που εναλλάσσονται κι αυτά με γοργό ρυθμό.
«Στην ταινία» κλείνει τη συζήτησή μας η Γκαίη Αγγελή «υπάρχει ένας δίχως πρόθεση «σουρεαλισμός» που αποδίνεται με λεπτομερέστατη οπτική και ακουστική συσχέτιση ολόκληρου του φάσματος των στοιχείων που συγκροτούν την ενότητα «Μοναστηράκι» οι σημασίες του οποίου ποικίλουν ανάλογα με τους παρατηρητές και τις επιθυμίες τους. Το Μοναστηράκι δεν αγκαλιάζεται με μια ματιά σε μια μονάχα χρονική στιγμή, γι’αυτό κι έγινε προσπάθεια να ενσωματωθούν στην ταινία στοιχεία μιας περιορισμένης βέβαια διαχρονικότητας αλλά με πληρότητα από την άποψη των πολυδιάστατων όψεων που αυτό εμφανίζει στα μάτια όλων μας».

ΤΟ «Μοναστηράκι» έχει διάρκεια 20’, γίνεται σε ασπρόμαυρο φιλμ και η παραγωγή του κόστισε γύρω στις 50 χιλ. δραχμές.

Στην ταινία δουλεύουν οι: Οπερατέρ Κώστας Νάστος, εικονοληψία Τρύης Μανώλης Αδαμάκης, μουσική επιμέλεια Βέρα Πάλμα, μοντάζ ήχου Φαίνη Ξύδη. Ταξίμ-μπαγλαμά παίζει ο δημοσιογράφος Γιώργος Κοντογιάννης.

ΕΛΕΝΗ ΣΠΑΝΟΠΟΥΛΟΥ